υποδεκτικός

υποδεκτικός
-ή, -όν, Α [ὑποδέκτης]
1. κατάλληλος να δέχεται μέσα του κάτι για εναποθήκευση («ὑποδεκτικὸν ταρίχων ἀγγεῑον», Σχόλ. Αριστοφ.)
2. φρ. «ὑποδεκτικὸν δεῑπνον» — δείπνο υποδοχής, δείπνο για να καλωσορίσουν και να τιμήσουν κάποιον (Πλούτ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ὑποδεκτικός — of masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικά — ὑποδεκτικός of neut nom/voc/acc pl ὑποδεκτικά̱ , ὑποδεκτικός of fem nom/voc/acc dual ὑποδεκτικά̱ , ὑποδεκτικός of fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικόν — ὑποδεκτικός of masc acc sg ὑποδεκτικός of neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικαῖς — ὑποδεκτικός of fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικοῦ — ὑποδεκτικός of masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτική — ὑποδεκτικός of fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικήν — ὑποδεκτικός of fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικάς — ὑποδεκτικά̱ς , ὑποδεκτικός of fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”